ΚΕΝΤΡΟ ΠΛΗ.ΝΕ.Τ. Ν. ΦΛΩΡΙΝΑΣ

Μια Σύντομη Ιστορία του Internet

 

Οι Οργανισμοί του Internet

Το Internet έχει επιφέρει μια επανάσταση στον κόσμο των υπολογιστών και των επικοινωνιών όσο τίποτα άλλο μέχρι σήμερα. Η εφεύρεση του τηλεγράφου του τηλεφώνου, του ραδιοφώνου και του υπολογιστή ήταν το βήμα γι’ αυτήν την άνευ προηγουμένου ολοκλήρωση των επιτευγμάτων. Το Internet είναι μια τεχνολογία για παγκόσμια επικοινωνία (broadcasting), ένας μηχανισμός για διασπορά πληροφοριών και ένα μέσο για συνεργασία και αλληλεπίδραση ανάμεσα σε ιδιώτες και τους υπολογιστές τους χωρίς να αποτελεί εμπόδιο η γεωγραφική τοποθεσία.

Το Internet αντιπροσωπεύει ένα από τα πιο επιτυχημένα παραδείγματα από τα οφέλη που προέκυψαν από τη συνεχή επένδυση και αφοσίωση στην έρευνα και την ανάπτυξη της υποδομής της πληροφορικής. Ξεκινώντας με τις πρώτες έρευνες στη μεταγωγή πακέτων (packet switching), η κυβέρνηση, η βιομηχανία και η ακαδημαϊκή κοινότητα ήταν συνεργάτες στην εξέλιξη και την ανάπτυξη αυτής της εκπληκτικής νέας τεχνολογίας.

Στην πραγματικότητα κανένας δεν είναι κάτοχος (κύριος) του Internet και κανένα άτομο ή οργανισμός δεν ελέγχει πλήρως το Internet. Περισσότερο σαν έννοια παρά σαν μια πραγματική χειροπιαστή οντότητα, το Internet βασίζεται σε μια φυσική υποδομή (physical infrastructure) η οποία διασυνδέει δίκτυα (networks) μ’ άλλα δίκτυα. Υπάρχουν πολλοί οργανισμοί, εταιρείες, κυβερνήσεις, σχολεία, ιδιώτες και παροχείς υπηρεσιών (service providers) που κατέχουν ένα κομμάτι αυτής της υποδομής, αλλά δεν υπάρχει κανένας που να το κατέχει ολόκληρο.

Υπάρχουν, όμως, οργανισμοί που επιτηρούν και ορίζουν τα πρότυπα (standards) γι’ ό,τι συμβαίνει στο Internet και εκχωρούν IP διευθύνσεις (IP addresses) και ονόματα περιοχής (domain names). Τέτοιοι οργανισμοί είναι το National Science Foundation (NSF), το Internet Engineering Task Force (IETF), το ICANN, το InterNIC και το Internet Architecture Board (IAB).

Το IETF (Internet Engineering Task Force) είναι ο κύριος οργανισμός προτύπων για το Internet και πρόκειται για μια μεγάλη ανοικτή διεθνή κοινότητα που αποτελείται από σχεδιαστές δικτύων, χειριστές, πωλητές και ερευνητές που ασχολούνται (ενδιαφέρονται) για την εξέλιξη της αρχιτεκτονικής του Internet και την ομαλή λειτουργία του. Είναι ανοικτό σοποιονδήποτε ενδιαφερόμενο ιδιώτη.

Το InterNIC είναι προς τον παρόν ένας πληροφοριακός δικτυακός τόπος (Web site) που δημιουργήθηκε για να παρέχει στο κοινό πληροφορίες σχετικά με την καταχώρηση ενός ονόματος περιοχής (domain name registration).

Το ICANN (Internet Corporation for Assigned Names and Numbers) είναι ένας μη κερδοσκοπικός οργανισμός που έχει αναλάβει την ευθύνη για την καταχώρηση χώρου (space allocation) των IP διευθύνσεων, την εκχώρηση των παραμέτρων του πρωτοκόλλου, τη διαχείριση του συστήματος ονοματοδοσίας περιοχής (domain name system management) και τη διαχείριση του συστήματος του διακομιστή (root server system management). Οι εργασίες αυτές γινόντουσαν παλαιότερα με συμβόλαιο από την κυβέρνηση των ΗΠΑ. 

Το IAB (Internet Architecture Board) είναι μια τεχνική συμβουλευτική ομάδα του Internet Society, οι αρμοδιότητες της οποίας περιλαμβάνουν :

Το InterNIC είναι αρμόδιο για την εκχώρηση τάξεων (classes) σε διαφορετικούς οργανισμούς σύμφωνα με τον αριθμό των hosts που έχουν. 

 

Μια Σύντομη Ιστορία του Internet

Το Υπουργείο Άμυνας των ΗΠΑ έθεσε τα θεμέλια του Internet τριάντα περίπου χρόνια νωρίτερα (αρχές της δεκαετίας του ’70) μ’ ένα δίκτυο υπολογιστών που αποκαλείτο ARPANET. Αλλά το ευρύ κοινό δεν χρησιμοποιούσε πολύ το Internet μέχρι την ανάπτυξη του Παγκόσμιου Ιστού (World Wide Web) στις αρχές της δεκαετίας του ’90. Μέχρι τον Ιούνιο του 1993 υπήρχαν μόλις 130 Web sites, ενώ σήμερα υπάρχουν περισσότερα από 2 δισεκατομμύρια Web sites. Το ARPANET ήταν ένα μεγάλο δίκτυο ευρείας περιοχής (WAN, Wide-Area Network) που δημιουργήθηκε από την Υπηρεσία Προηγμένων Ερευνητικών Εργασιών του Υπουργείου Άμυνας των ΗΠΑ, που αποκαλείτο ARPA (Advanced Research Project Agency).

Με έτος ίδρυσης το 1969, το ARPANET χρησίμευσε σαν ένα πλαίσιο δοκιμών για τις νέες τεχνολογίες δικτύωσης, διασυνδέοντας πολλά πανεπιστήμια και ερευνητικά κέντρα. Οι δύο πρώτοι κόμβοι (nodes) που σχημάτισαν το ARPANET ήταν το UCLA (University of California, Los Angeles) και το Stanford Research Institute, ακολουθούμενα σύντομα από το Πανεπιστήμιο της Utah.

 

Από το ARPANET στο Internet

Το Οκτώβριο του 1972, το ARPANET έγινε «δημόσιο». Στην πρώτη Διεθνή Διάσκεψη για Θέματα Υπολογιστών και Επικοινωνιών (First International Conference on Computers and Communication), που έλαβε χώρα στην Washington DC (ΗΠΑ), οι επιστήμονες της ARPA έκαναν μια επίδειξη της λειτουργίας του συστήματος, συνδέοντας υπολογιστές μεταξύ τους από 40 διαφορετικές τοποθεσίες.

Το γεγονός αυτό ήταν το ερέθισμα για επιπλέον έρευνες στην επιστημονική κοινότητα του δυτικού κόσμου. Σύντομα εμφανίσθηκαν κι άλλα δίκτυα. Η Διάσκεψη της Washington ίδρυσε επίσης μια Διεθνή Ομάδα Εργασίας (Internetworking Working Group IWG) με εργασία τον συντονισμό των σχετικών ερευνών. Εντωμεταξύ, οι επιστήμονες της ARPA εργάζονταν για τη βελτίωση του συστήματος και την επέκταση των δυνατοτήτων του :

Το 1972, εργάστηκαν με επιτυχία σ’ ένα νέο πρόγραμμα που θα επέτρεπε την αποστολή μηνυμάτων μέσω του δικτύου, δίνοντας τη δυνατότητα για απευθείας επικοινωνία πρόσωπο με πρόσωπο, κάτι που το γνωρίζουμε σήμερα με τον όρο e-mail (ηλεκτρονική αλληλογραφία). Περισσότερες λεπτομέρειες για το θέμα αυτό θα δούμε παρακάτω. Επίσης, στις αρχές της δεκαετίας του ’70, οι επιστήμονες ανέπτυξαν τα πρωτόκολλα host-to-host. Πριν απ’ αυτά, το σύστημα επέτρεπε μόνο σ’ ένα απομακρυσμένο τερματικό (remote terminal) να έχει πρόσβαση στα αρχεία του κάθε ξεχωριστού host.

Το 1974, οι επιστήμονες της ARPA, εργαζόμενοι από κοινού με ειδικούς στο Stanford, ανέπτυξαν μια κοινή γλώσσα που θα επέτρεπε σε διαφορετικά δίκτυα να επικοινωνούν μεταξύ τους. Αυτό έγινε γνωστό με τον όρο transmission control protocol/internet protocol, το πασίγνωστο σήμερα CP/IP. Η ανάπτυξη του TCP/IP ήταν ένα σημαντικό στάδιο στην ανάπτυξη της δικτύωσης και είναι σημαντικό να επικεντρωθούμε στις επιπτώσεις που υπήρξαν στις έννοιες της σχεδίασης (design concepts). Αν και το 1974 σημάδεψε το ξεκίνημα του TCP/IP, θα χρειάζονταν αρκετά χρόνια τροποποιήσεων και επανασχεδίασης πριν ολοκληρωθεί και γίνει παγκοσμίως αποδεκτό.

Εντωμεταξύ, η δικτύωση των υπολογιστών (computer networking) αναπτυσσόταν ταχύτατα. Το 1974 το Stanford δημιούργησε το Telnet, την πρώτη δημόσια ευρέως αποδεκτή υπηρεσία πακέτου δεδομένων (packet data service), μια εμπορική παραλλαγή του ARPANET. Τη δεκαετία του ’70, το Υπουργείο Ενέργειας των ΗΠΑ καθιέρωσε το MFENet για τους ερευνητές που εργάζονταν στην Ενέργεια της Μαγνητικής Σύντηξης (Magnetic Fusion Energy), από το οποίο δημιουργήθηκε το HEPNet, που είναι αφοσιωμένο στη Φυσική Υψηλής Ενέργειας (High Energy Physics).

Αυτό ενέπνευσε τους φυσικούς της NASA στο να καθιερώσουν το SPAN για τους διαστημικούς φυσικούς (space physicists). Το 1976 αναπτύχθηκε ένα πρωτόκολλο Unix-to-Unix από τα εργαστήρια της AT&T Bell και διανεμήθηκε δωρεάν σ’ όλους τους χρήστες υπολογιστών UNIX και εφόσον το UNIX ήταν τότε το βασικό λειτουργικό σύστημα που χρησιμοποιούσαν στα πανεπιστήμια, αυτό το γεγονός έκανε διαθέσιμη τη δικτύωση στην ευρύτερη ακαδημαϊκή κοινότητα.

 

Η Ιστορία των Usenet/Newsgroups

Το 1979 καθιερώθηκε το Usenet, το οποίο ήταν ένα ανοικτό σύστημα επικεντρωμένο στην επικοινωνία με e-mail και αφιερωμένο στις ομάδες ειδήσεων (newsgroups) και που βρίσκεται ακόμα και σήμερα σε πλήρη ανάπτυξη. Το usenet εμφανίσθηκε στο τέλος του 1979, αμέσως μετά την εμφάνιση του V7 Unix με το πρωτόκολλο UUCP. Δύο απόφοιτοι σπουδαστές του Πανεπιστημίου του Duke στο Βόρεια Καρολίνα, ο Tom Truscott και ο Jim Ellis, σκέφθηκαν τη σύνδεση των υπολογιστών μεταξύ τους για την ανταλλαγή πληροφοριών με την κοινότητα του UNIX.

Ο Steve Bellovin, ένας απόφοιτος σπουδαστής του Πανεπιστημίου της Βόρειας Καρολίνας, δημιούργησε την πρώτη παραλλαγή (version) του λογισμικού των ειδήσεων (news software) χρησιμοποιώντας shell scripts και την εγκατέστησε στα πρώτα δύο sites : το unc και το duke. Στις αρχές του 1980, το δίκτυο αποτελείτο απ’ αυτά τα πρώτα δύο sites και το PHS, που ήταν ένα άλλο μηχάνημα στο Duke, και περιγράφηκε αναλυτικά στη διάσκεψη του Ιανουαρίου για το Usenet. Ο Steve Bellovin ξαναέγραψε αργότερα τα scripts με προγράμματα της C, αλλά δεν δόθηκαν ποτέ στη δημοσιότητα πέρα από τα unc και duke.

Μετά από λίγο καιρό, ο Steve Daniel δημιούργησε άλλη μια εφαρμογή σε C για δημόσια διανομή. Ο Tom Truscott έκανε επιπλέον τροποποιήσεις και όλο αυτό αποτέλεσε την έκδοση (release) "A" των news (ειδήσεων). Το 1981 στο U. C. Berkeley, ο απόφοιτος σπουδαστής Mark Horton και ο μαθητής Λυκείου Matt Glickman ξαναέγραψαν το λογισμικό για το news για να τού προσθέσουν λειτουργικότητα και για να μπορέσουν να αντιμετωπίσουν τον συνεχώς αυξανόμενο όγκο των ειδήσεων. Το "A" News προοριζόταν για λίγα μόνο άρθρα (articles) ανά ομάδα (group) ανά ημέρα.

Αυτή ήταν η παραλλαγή (version) "B" των News. Η πρώτη δημόσια έκδοση (release) ήταν η version 2.1 το 1982, όπου οι παραλλαγές (versions) του τύπου 1.* ήταν όλες beta test. Καθώς το δίκτυο μεγάλωνε, το λογισμικό των news επεκτάθηκε και τροποποιήθηκε. Η τελευταία version που υποστηρίχθηκε και ελευθερώθηκε κυρίως από τον Mark ήταν η 2.10.1.

Ο Rick Adams, στο Κέντρο για τις Σεισμικές Σπουδές, ανέλαβε τον συντονισμό της συντήρησης και της ενίσχυσης του λογισμικού του B News με την έκδοση (release) 2.10.2 το 1984. Μέχρι τότε, ο αυξανόμενος όγκος των news ήταν ένα θέμα προς αντιμετώπιση και ο μηχανισμός για τις μετριοπαθείς ομάδες (moderated groups) προστέθηκε στο λογισμικό στο 2.10.2. Τα moderated groups επινοήθηκαν από τις mailing lists της ARPA και από την εμπειρία με τα άλλα συστήματα ανακοινώσεων (bulletin board systems).

Το Μάρτιο του 1986 διανεμήθηκε ένα πακέτο που υλοποιούσε την αποστολή των ειδήσεων, τη δημοσίευσή τους και την ανάγνωσή τους χρησιμοποιώντας το πρωτόκολλο NNTP (Network News Transfer Protocol), όπως ορίσθηκε στο RFC 977. Αυτό το πρωτόκολλο δίνει τη δυνατότητα στους hosts να ανταλλάσσουν άρθρα (articles) μέσω TCP/IP συνδέσεων παρά να χρησιμοποιούν το παραδοσιακό uucp. Επιτρέπει επίσης στους χρήστες να διαβάζουν και να στέλνουν (δημοσιεύουν) ειδήσεις (news), χρησιμοποιώντας έναν τροποποιημένο news user agent, από μηχανήματα που δεν έχουν εγκατεστημένο το λογισμικό για USENET news.

Η ανάγνωση και η δημοσίευση γίνονται χρησιμοποιώντας μηνύματα TCP/IP προς έναν server host ο οποίος τρέχει το λογισμικό USENET. Τα sites που έχουν πολλούς σταθμούς εργασίας (workstations), όπως το Sun και το SGI, και τα προϊόντα της HP τον βρίσκουν αυτόν σαν έναν βολικό τρόπο να επιτρέπουν στους χρήστες ενός σταθμού εργασίας να διαβάζουν τις ειδήσεις (news) χωρίς να είναι αναγκασμένοι να αποθηκεύουν τα άρθρα σε κάθε σύστημα. Πολλοί από τους hosts του Usenet που βρίσκονται επίσης στο Internet ανταλλάσσουν άρθρα ειδήσεων χρησιμοποιώντας το NNTP επειδή η επίδραση φορτίου του NNTP είναι πολύ χαμηλότερη από το uucp και το NNTP εξασφαλίζει πολύ ταχύτερη διάδοση.

Το NNTP εξελίχθηκε από μια ανεξάρτητη εργασία την περίοδο 1984-1985 από τον Brian Kantor στο U. C. San Diego και τον Phil Lapsley στο U. C. Berkeley. Το NNTP περιλαμβάνει υποστήριξη για το System V UNIX με κάρτες Excelan Ethernet και DECNET under Ultrix. Το NNTP αναπτύχθηκε στο U. C. Berkeley από τον Phil Lapsley με βοήθεια από τους Erik Fair, Steven Grady και Mike Meyer, ανάμεσα σ’ άλλους.

Η τελευταία version των news, που είναι γνωστή σαν C News, αναπτύχθηκε στο Πανεπιστήμιο του Toronto από τους Geoff Collyer και Henry Spencer. Αυτή η version αποτελεί μια βελτίωση των χαμηλότερων επιπέδων των news ώστε να αυξηθεί η ταχύτητα επεξεργασίας των άρθρων, να μειωθεί η επεξεργασία λήξης των άρθρων και να βελτιωθεί η αξιοπιστία του συστήματος των ειδήσεων με καλύτερο κλείδωμα κλπ. Το πακέτο δόθηκε στο δίκτυο το φθινόπωρο του 1987. Η πιο πρόσφατη version των C News είναι η 20 Feb 1993 "performance release". Το C News μπορεί να αποκτηθεί από το επίσημο site αρχείων του, το cs.toronto.edu, χρησιμοποιώντας FTP.

Ένα άλλο σύστημα Usenet, που είναι γνωστό ως InterNetNews ή INN, γράφθηκε από τον Rich Salz, και είναι σχεδιασμένο να τρέχει σε UNIX hosts που διαθέτουν ένα socket interface. Είναι βελτιστοποιημένο για μεγαλύτερους hosts όπου η περισσότερη κυκλοφορία (traffic) χρησιμοποιεί το NNTP, αλλά παρέχει πλήρη υποστήριξη UUCP. Το INN είναι πολύ γρήγορο και εφόσον περιλαμβάνει το NNTP πολλοί το βρίσκουν ευκολότερο για να διαχειριστούν ένα μόνο πακέτο.

Το πακέτο δόθηκε επίσημα δημόσια τον Αύγουστο του 1992. Το INN μπορεί να αποκτηθεί από πολλά σημεία.  Το επίσημο site αρχείων του είναι το ftp.uu.net στον κατάλογο (directory) networking/news/nntp/inn. Η τρέχουσα παραλλαγή είναι η 1.4sec, last release 22 December 1993.

Το ANU-NEWS είναι ένα πακέτο ειδήσεων που γράφθηκε από το Geoff Huston της Αυστραλίας για τα συστήματα VMS. Το ANU-NEWS είναι ένα ολοκληρωμένο σύστημα ειδήσεων που επιτρέπει την ανάγνωση, τη δημοσίευση, τις απευθείας απαντήσεις, τα moderated newsgroups κλπ. Η υλοποίηση περιλαμβάνει τους αλγορίθμους διάδοσης ειδήσεων RFC 1036 και ολοκληρωμένη χρήση των πρωτοκόλλων για την υποστήριξη NNTP απομακρυσμένων news servers, υλοποιημένο ως ένα VAX/VMS Decnet object.

Το 1981 αναπτύχθηκε το Bitnet από το City University New York για τη σύνδεση των επιστημόνων του πανεπιστημίου χρησιμοποιώντας υπολογιστές IBM, ανεξάρτητα σχολής, στις Ανατολικές ΗΠΑ. Το CSNet, χρηματοδοτούμενο από το National Science Foundation των ΗΠΑ ιδρύθηκε για να διευκολύνει την επικοινωνία για τους επιστήμονες των υπολογιστών στα πανεπιστήμια, τη βιομηχανία και την κυβέρνηση.

Το 1982 δημιουργήθηκε μια ευρωπαϊκή παραλλαγή του δικτύου Unix, το Eunet, συνδέοντας δίκτυα στη Ηνωμένο Βασίλειο, τη Σκανδιναβία και την Ολλανδία, ακολουθούμενο το 1984 από μια ευρωπαϊκή παραλλαγή του Bitnet, που είναι γνωστό ως EARN (European Academic and Research Network). Το ARPANET αποτελεί ακόμη τη ραχοκοκαλιά (backbone) για ολόκληρο το σύστημα. Όταν το 1982 αποδέχθηκε τελικά το TCP/IP, γεννήθηκε το Internet, ένα διασυνδεδεμένο σύνολο δικτύων χρησιμοποιώντας το πρότυπο (standard) του TCP/IP.

 

Από το Internet στο World Wide Web

Μια σημαντική ανάπτυξη ήταν η εισαγωγή το 1984 των DNS (Domain Name Servers). Μέχρι τότε ο κάθε host υπολογιστής είχε εκχωρημένο ένα όνομα και υπήρχε μια μοναδική λίστα ονομάτων και διευθύνσεων την οποία μπορούσε εύκολα να συμβουλευθεί ο καθένας. Το νέο σύστημα εισήγαγε μερικά επιθέματα στις διευθύνσεις internet των ΗΠΑ, όπως edu (educational), com. (commercial), gov (governmental) εκτός από την org. (international organization) και μια σειρά από κωδικούς κρατών. Αυτό συνετέλεσε ώστε τα ονόματα των host υπολογιστών να είναι πιο ευκολομνημόνευτα.

Μια δεύτερη ανάπτυξη ήταν η απόφαση εθνικών κυβερνήσεων να ενθαρρύνουν τη χρήση του internet στην ανώτατη εκπαίδευση, ανεξάρτητα σχολής. Το 1984 η βρετανική κυβέρνηση ανακοίνωσε τη δημιουργία του JANET (Joint Academic Network) για την εξυπηρέτηση των βρετανικών πανεπιστημίων αλλά ακόμα πιο σημαντική ήταν η απόφαση, το επόμενο έτος, του US National Science Foundation να καθιερώσει το NSFNet για τον ίδιο σκοπό που η χρήση των πρωτοκόλλων TCP/IP ήταν υποχρεωτική για όλους τους συμμετέχοντες στο πρόγραμμα.

Τελικά, το NSFNet συμφώνησε να παρέχει τη ραχοκοκαλιά (backbone) για την υπηρεσία του Internet στις ΗΠΑ και παρείχε πέντε υπερυπολογιστές για την εξυπηρέτηση της αναμενόμενης κυκλοφορίας (traffic). Οι πρώτοι υπολογιστές παρείχαν μια χωρητικότητα δικτύου των 56.000 bytes ανά δευτερόλεπτο αλλά η χωρητικότητα αναβαθμίσθηκε το 1988 στα 1.544.000.000 bytes ανά δευτερόλεπτο.

Η επίδραση της δημιουργίας του NSFNet ήταν δραματική. Αρχικά έσπασε τη συμφόρηση της χωρητικότητας του συστήματος και κατά δεύτερο ενθάρρυνε την εκτόξευση στη χρήση του Internet. Χρειάσθηκε μια δεκαετία ώστε ο αριθμός των hosts υπολογιστών που είναι συνδεδεμένοι στο ‘Δίκτυο» να φθάσουν στους χίλιους. Μέχρι το 1986 ο αριθμός των hosts είχε φθάσει τις 5.000 και έναν χρόνο αργότερα ο αριθμός είχε σκαρφαλώσει στους 28.000 hosts.

Αν και είχε ξεκινήσει η εμπορική εκμετάλλευση του δικτύου, η επέκταση του Internet συνεχίσθηκε καθοδηγούμενη από την κυβέρνηση και τις ακαδημαϊκές κοινότητες. Γινόταν επίσης όλο και πιο διεθνές. Μέχρι το 1989 ο αριθμός των hosts ξεπέρασε τις 100.000 για πρώτη φορά και έφθασε τις 300.000 έναν χρόνο αργότερα.

Το τέλος της δεκαετίας του 1980 και το ξεκίνημα της δεκαετίας του 1990 αποδείχθηκε βολικό για πολλούς λόγους :

 

Η Διαφορά Ανάμεσα στα Δύο

Πολλοί χρησιμοποιούν τους όρους Internet και World Wide Web εναλλάξ, αλλά στην πραγματικότητα οι δύο όροι δεν είναι συνώνυμοι. Το Internet και το Web είναι ξεχωριστά αλλά συσχετισμένα πράγματα. Το Internet είναι ένα τεράστιο δίκτυο από δίκτυα, μια δικτυακή υποδομή (networking infrastructure). Συνδέει εκατομμύρια υπολογιστών μαζί σ’ όλον τον κόσμο, δημιουργώντας ένα δίκτυο  στο οποίο ο κάθε υπολογιστής μπορεί να επικοινωνήσει μ’ έναν οποιοδήποτε άλλον υπολογιστή για όσο χρόνο είναι και οι δύο συνδεδεμένοι στο Internet. Οι πληροφορίες μεταδίδονται μέσω του Internet μέσω μιας ποικιλίας από γλώσσες που είναι γνωστές σαν πρωτόκολλα (protocols).

Το World Wide Web, ή απλά Web, είναι ένας τρόπος πρόσβασης σε πληροφορίες μέσω του Internet. Είναι ένα μοντέλο διαμοιρασμού πληροφοριών που είναι κτισμένο στην κορυφή του Internet. Το Web χρησιμοποιεί το πρωτόκολλο HTTP, που είναι μια μόνο από τις γλώσσες που ομιλούνται στο Internet, για τη μεταφορά δεδομένων. Οι υπηρεσίες του Web, οι οποίες χρησιμοποιούν το HTTP για να επιτρέψουν στις εφαρμογές να επικοινωνούν ώστε να ανταλλάσσουν επιχειρηματικές πληροφορίες, χρησιμοποιούν το Web για να μοιράζονται πληροφορίες. Το Web χρησιμοποιεί επίσης και τους φυλλομετρητές (browsers), όπως είναι ο Internet Explorer ή Netscape, για να έχει πρόσβαση σε έγγραφα του Web που αποκαλούνται ιστοσελίδες (Web pages), οι οποίες συνδέονται μεταξύ τους με υπερσυνδέσμους (hyperlinks). Τα έγγραφα του Web (Web documents) περιέχουν επίσης γραφικά, ήχους, κείμενο και video.

Το Web αποτελεί έναν μόνο από τους τρόπους που οι πληροφορίες μπορούν να διασπαρούν στο Internet. Το Internet, όχι το Web, χρησιμοποιείται επίσης για την ηλεκτρονική αλληλογραφία (e-mail), η οποία βασίζεται στο πρωτόκολλο SMTP, στις ομάδες ειδήσεων (news groups) του Usenet, στο instant messaging και στο πρωτόκολλο FTP. Έτσι το Web αποτελεί απλά ένα κομμάτι του Internet, αν και ένα μεγάλο κομμάτι, αλλά οι δύο όροι δεν είναι συνώνυμοι και δεν θα πρέπει να συγχέονται.

 

 Η Ιστορία του World Wide Web

Το World Wide Wed (Παγκόσμιος Ιστός) προτάθηκε από τον Tim Berners-Lee στο Ευρωπαϊκό Εργαστήριο για Πρακτική Φυσική (European Laboratory for Practical Physics CERN) στη Γενεύη της Ελβετίας το 1989. Το 1993 ήταν το έτος του Mosaic, του πρώτου γραφικού φυλλομετρητή (Web browser). Ο Mosaic αναπτύχθηκε στο National Center for Supercomputing Applications (NCSA) και στο Πανεπιστήμιο του Illinois. Η πρώτη διανομή του Mosaic στο Internet προκάλεσε το τεράστιο ενδιαφέρον του κόσμου για το World Wide Web.

Το 1994, ο Marc Andreessen, ένας από τους δημιουργούς του Mosaic, άφησε το NCSA, ίδρυσε μαζί με άλλους την Netscape Communications Corp. και παρουσίασε στο κοινό τον Netscape Navigator, έναν γραφικό Web browser, τον Οκτώβριο του 1994. Ο δωρεάν διανεμόμενος Netscape Navigator για τα λειτουργικά συστήματα UNIX, Windows και Macintosh OS προκάλεσε το παγκόσμιο ενδιαφέρον του κοινού για το Internet και το Web. Σημάδεψε το ξεκίνημα της επιχειρησιακής εποχής του Internet. Το 1995, η Microsoft εισήλθε στην αγορά των Web browsers, παρουσιάζοντας την παραλλαγή (version) 1.0 του Internet Explorer. Από τότε και στο εξής, ξεκίνησε ο πόλεμος των Web browsers, ο πυρετός του χρυσού για το Internet, η εποχή του ηλεκτρονικού εμπορίου (e-commerce) …

 

Tim Berners-Lee : Ο Πατέρας του Web

Το World Wide Web δημιουργήθηκε το 1991, χάρις στον ερευνητή Tim Berners-Lee και άλλους στο Ευρωπαϊκό Εργαστήριο Σωματιδιακής Φυσικής (European Laboratory for Particle Physics), που είναι επίσης γνωστό σαν Conseil Europenne pour la Recherche Nuclaire (CERN). Η ομάδα του CERN δημιούργησε το πρωτόκολλο που βασίζεται στο υπερκείμενο (hypertext) το οποίο κάνει δυνατή τη σύνδεση του περιεχομένου στο Web με τους υπερσυνδέσμους (hyperlinks). Ο Berners-Lee διευθύνει τώρα το World Wide Web Consortium (W3C), που είναι μια ομάδα από εκπροσώπους της βιομηχανίας και των πανεπιστημίων και η οποία εποπτεύει τα standards της τεχνολογίας του Web.

Νωρίτερα, το Internet ήταν περιορισμένο σε μη εμπορικές χρήσεις επειδή το δίκτυο στήριξης (backbone) παρεχόταν κυρίως από το National Science Foundation, τη NASA (National Aeronautics and Space Administration) και το Υπουργείο Ενέργειας των ΗΠΑ, με χρηματοδότηση από την κυβέρνηση.

Αλλά καθώς τα ανεξάρτητα δίκτυα άρχισαν να φυτρώνουν, οι χρήστες μπορούσαν να έχουν πρόσβαση στα εμπορικά Web sites χωρίς να χρησιμοποιούν το χρηματοδοτούμενο από την κυβέρνηση δίκτυο. Μέχρι το τέλος του 1992, ο πρώτος εμπορικός παροχέας υπηρεσιών online (commercial online service provider), ο Delphi, προσέφερε πλήρη πρόσβαση στο Internet στους συνδρομητές του και ακολούθησαν και πολλοί άλλοι παροχείς (providers). Τον Ιούνιο του 1993, το Web είχε μόλις 130 sites, αλλά έναν χρόνο αργότερα, ο αριθμός είχε φθάσει σχεδόν στις 3.000 και τον Απρίλιο του 1998, υπήρχαν περισσότερα από 2,2 εκατομμύρια sites στο Web.

 

Η Ιστορία του e-mail

Το e-mail είναι από μακράν και πάντα η πιο δημοφιλής εφαρμογή του Internet. Ο καθένας σχεδόν χρησιμοποιεί το e-mail συνεχώς. Όλα ξεκίνησαν το 1968 με μια εταιρεία ονόματι Bolt Beranek and Newman (BBN), η οποία πληρώθηκε από το Υπουργείο Άμυνας των ΗΠΑ για να δημιουργήσει αυτό που ονομάσθηκε ARPANET, το οποίο αργότερα έγινε το Internet. Τα αρχικά του ARPANET σημαίνουν (Advanced Research Projects Agency Network), δηλ. Δίκτυο Προηγμένων Ερευνητικών Εργασιών, και ο σκοπός του ήταν να δημιουργήσει μια μέθοδο ώστε να μπορούν να επικοινωνούν μεταξύ τους τα στρατιωτικά και τα εκπαιδευτικά ιδρύματα.

Το 1971, ένας μηχανικός ονόματι Ray Tomlinson ανέλαβε ένα έργο (project) με όνομα SNDMSG (send message). Το πρόγραμμα αυτό δεν ήταν καινούργιο× στην πραγματικότητα υπήρχε από πολλά χρόνια, αλλά σύμφωνα με τα σημερινά standards ήταν περισσότερο από πρωτόγονο. Αυτό που έκανε ήταν ότι επέτρεπε σε χρήστες του ιδίου μηχανήματος να στέλνουν μηνύματα μεταξύ τους. Οι χρήστες μπορούσαν να δημιουργήσουν αρχεία κειμένου (text files) τα οποία μετά θα μοιράζονταν (διανέμονταν) σε γραμματοκιβώτια (mailboxes) στο ίδιο μηχάνημα.

Το mailbox ήταν απλά ένα αρχείο κειμένου στο οποίο θα μπορούσε να προστεθεί επιπλέον κείμενο στο τέλος. Τα δεδομένα θα μπορούσαν να προστεθούν, αλλά όχι να διαγραφούν ή να τροποποιηθούν. Το όνομα του mailbox ήταν το όνομα του αρχείου κειμένου (text file). Ο Ray ανέλαβε να κάνει αυτή τη μικρή εφαρμογή να φτιάχνει κάτι παραπάνω. Όπως αποδείχθηκε, είχε εργασθεί σε κάτι που ονομαζόταν CYPNET, το οποίο είχε σαν αποστολή να μεταφέρει αρχεία ανάμεσα σε υπολογιστές μέσα στο ARPANET. "Μου ήρθε η ιδέα ότι το CYPNET θα μπορούσε να προσαρτήσει υλικό σ’ ένα αρχείο γραμματοκιβωτίου (mailbox file) όπως εύκολα μπορούσε το SNDMSG", είπε ο Ray.

Έτσι τροποποίησε το CYPNET για να κάνει μια ακόμα δουλειά – την προσθήκη ενός αρχείου. Αυτό ήταν αρκετά εύκολο και η αλλαγή έγινε γρήγορα. Μετά απ’ αυτό, ο Ray πήρε μια απόφαση που άλλαξε την ιστορία. Δημιούργησε τη μορφή (format) της διεύθυνσης (address) του e-mail. Την όρισε να αποτελείται από ένα όνομα (mailbox name), το σύμβολο @ και το όνομα κόμβου του μηχανήματος (node name). Χρησιμοποίησε το σύμβολο @  επειδή "φάνηκε ότι είχε νόημα. Χρησιμοποίησα το σύμβολο @ για να δείξω ότι ο χρήστης βρισκόταν σε ('at') κάποιον άλλον host και δεν ήταν τοπικός (local)".

Έστειλε ένα μήνυμα στον εαυτό του, τα περιεχόμενα του οποίου έχουν χαθεί τελικά. Το πρώτο μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου στάλθηκε ανεπίσημα ανάμεσα σε δύο κόμβους PDP-10 του δικτύου ARPANET. Η ιστορία γράφθηκε. Η χρήση του e-mail μεγάλωσε ταχύτατα. Στην πραγματικότητα, μια μελέτη δύο χρόνια αργότερα αποκάλυψε ότι το 75% της κυκλοφορίας στο ARPANET ήταν e-mail.

Ένα από τα πρώτα μεγάλα προγράμματα για email που έγιναν διαθέσιμα στο ευρύ κοινό είναι το Eudora, το οποίο γράφθηκε για πρώτη φορά το 1988 από τον Steve Dorner. Εκείνη την εποχή ήταν υπάλληλος στο Πανεπιστήμιο του Illinois. Το Eudora πήρε το όνομά του από τον αείμνηστο Eudora Welty, έναν συγγραφέα από την Αμερική. Το Eudora ήταν το πρώτο πρόγραμμα e-mail που παρείχε ένα γραφικό interface. Ήταν δωρεάν όταν εμφανίσθηκε για πρώτη φορά αν και όταν αγοράσθηκε για πρώτη φορά το 1994 έγινε ένα επαγγελματικό προϊόν.

Όπως πολλές εφαρμογές στο Web, το Eudora ήταν βασιλιάς για μερικά χρόνια, μετά παραγκωνίσθηκε γρήγορα από τους e-mail clients που εμφανίσθηκαν με τον Netscape και τον Internet Explorer. Και οι δύο αυτοί e-mail clients έγιναν δημοφιλείς όχι επειδή ήταν καλύτεροι από τον Eudora, αλλά επειδή δίνονταν δωρεάν μαζί με τον Web browser. Σύμφωνα με μια πρόσφατη έρευνα από το Forrester Research, περισσότεροι από τους μισούς Αμερικανούς χρησιμοποιούν το e-mail για μισή ώρα καθημερινά κατά μέσο όρο. Ισχυρίζονται ότι συνολικά 87 εκατομμύρια Αμερικανών είναι ενεργοί χρήστες ηλεκτρονικού ταχυδρομείου.

 

Η Ιστορία του Συμβόλου @

Το 1972, ο Ray Tomlinson έστειλε το πρώτο ηλεκτρονικό μήνυμα, που σήμερα είναι γνωστό ως e-mail, χρησιμοποιώντας το σύμβολο @ για να δείξει τη θέση ή το ινστιτούτο του αποδέκτη του μηνύματος. Ο Tomlinson, χρησιμοποιώντας ένα μηχάνημα Model 33 Teletype, κατάλαβε ότι έπρεπε να χρησιμοποιήσει ένα σύμβολο που δεν θα εμφανιζόταν στο όνομα κανενός έτσι ώστε να μην υπάρξει καμία σύγχυση. Η λογική επιλογή του Tomlinson ήταν το «παπάκι» ("at sign"), και αυτό γιατί ήταν απίθανο να εμφανισθεί στο όνομα κάποιου και επίσης επειδή παρίστανε τη λέξη "at", όπως ένας συγκεκριμένος χρήστης που βρίσκεται @ σ’ έναν συγκεκριμένο υπολογιστή.

Όμως, πριν γίνει ακόμα το σύμβολο ένα πρότυπο (standard) στα πληκτρολόγια των γραφομηχανών της δεκαετίας του 1880 και ένα standard στα πληκτρολόγια του QWERTY τη δεκαετία του 1940, το σύμβολο @ είχε μια μακριά και λίγο μυστήρια ιστορία από τη χρήση του σ’ όλον τον κόσμο. Οι γλωσσολόγοι διαφωνούν για το πότε εμφανίσθηκε για πρώτη φορά. Μερικοί ισχυρίζονται ότι το σύμβολο χρονολογείται από τον 6ο και το 7ο αιώνα όταν οι Λατίνοι συγγραφείς αποδέχθηκαν το σύμβολο από τη λατινική λέξη ad, που σήμαινε προς (at, to ή toward). Οι συγγραφείς σε μια προσπάθεια να απλοποιήσουν το γράψιμο που απαιτείτο, δημιούργησαν το σύμπλεγμα των γραμμάτων "d" και "a". 

Άλλοι γλωσσολόγοι ισχυρίζονται ότι το σύμβολο @ αποτελεί μια πιο πρόσφατη εξέλιξη, που εμφανίσθηκε κάπου στον 18ο αιώνα σαν ένα σύμβολο που χρησιμοποιήθηκε στο εμπόριο για να δείξει την τιμή ανά μονάδα, όπως στο 2 κοτόπουλα @ 10 πέννες. Ενώ αυτές οι θεωρίες είναι κυρίως υποθετικές, το 2000 ο Giorgio Stabile, ένας καθηγητής της ιστορίας της επιστήμης στο Πανεπιστήμιο La Sapienza της Ιταλίας, ανακάλυψε μερικά πρωτότυπα κείμενα του 14ου αιώνα που περιείχαν το σύμβολο @ για να δείχνουν μια μέτρηση ποσότητας, τον αμφορέα.

Ο αμφορέας ήταν ένα δοχείο από πηλό που χρησιμοποιείτο για τη μεταφορά κρασιού και σιτηρών ανάμεσα στους εμπόρους και, σύμφωνα με τον Stabile, η χρήση του συμβόλου @ στο εμπόριο οδήγησε στη σύγχρονη έννοια τού "στην τιμή του". Ενώ στην αγγλική γλώσσα, το @ αναφέρεται σαν "at sign", άλλες χώρες χρησιμοποιούν διαφορετικά ονόματα για το σύμβολο το οποίο είναι σήμερα τόσο δημοφιλές στις εκπομπές των e-mails σ’ όλον τον κόσμο. Πολλές απ’ αυτές τις χώρες το συσχετίζουν είτε με τρόφιμα είτε με ονόματα ζώων. 

 

back.gif (9867 bytes)

Επιστροφή